Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

ΑΜΜόΧΩΣΤΟΣ, ΜΟύΣΑ ΠΕΡίΛΑΜΠΡΗ!

Η Σαλαμίνα ρότα πλώρης απ’ το Ίλιον,
λώρο ομφάλιο βιράρουν κωπηλάτες,
μα η εκδίκησις τέμπλον επιστύλιον,
που εξορίζει αλλού τους παραβάτες.

Στην κολυμβήθρα η Θεοδώρ’ ανακαλιέται˙
γύρω της τείχη με συν/θλιμμένες πέτρες.
Η Αρσινόη στις πυραμίδες διερωτιέται:
Πώς να νικήσεις με αδειανές φαρέτρες;

Το κύμα ξέβρασε των πειρατών βαπόρι,
μου ’πες πληρώνω της δόξας οφειλές μου˙
μούσα περίλαμπρη, υιού Τελαμώνα κόρη,
ποια μοίρα φάντασμα σε έντυσε, για πες μου.

Στα μοναστήρια σου τα σήμαντρα σιγήσαν,
σαν την ψυχή σου δρεπάνιζε λιοπύρι,
δίχως βαλίτσες τα σπλάχνα σου κινήσαν
κι έμεινες μόνη, άδειο κρασιού κροντήρι.

Νάτοι οι Φοίνικες με κέδρινα καράβια
μες στο λιμάνι σου ξεμπάρκαραν πρωία,
βαμμέν' η όψη τους με πορφυρή μοράβια,
μάνα φωνάζουνε της Χαναάν κυρία.

Mες στις πλατείες σου σκιές οι Γενουάτες,
Ναπολιτάνοι, Πιζάνοι, Μαρσεγιέζοι,
συγκλητικοί από την Πόλη αποστάτες,
Φράγκοι κι ακόμη Άραβες, Εγγλέζοι.

Της Δυσδαιμόνας χτυποκάρδι ο Οθέλλος,
δίπλα ο Ιάγος, τον βολοδέρνει ματαιότις,
λευκό μαντήλι˙ τύψεις, θάνατος και τέλος,
της Φαμαγκούστας θέατρό της: «Aνθρωπότης!»

Γόργος, Ονήσιλος... απόγονοι Ησιόνης,
τρόπαιον κρανίον μηδιζόντων Αμαθουσίων,
δένει ο Ιούδας σχοινί κόμπο αγχόνης,
ωσάν χρησμός λαμβάνεται μαντείων.

Άγιος Νικόλαος των καταρτιών προστάτης,
Γότθων αψίδες, ρυτίδες στη μορφή του˙
φυσάει ο άνεμος -σας λέω είναι μπάτης-
αρμύρα ραίνει επάνω στη σκεπή του.

Μ’ ένα σταυρό στο χέρι του Βαρνάβα,
ο Τεύκρος, πάλιν, ορτσάρει απ’ την Τροία,
τι κι αν η πόλις Αττίλων είναι σκλάβα,
κραυγάζ’ η Έγκωμη: «Θα ’ρθει ελευθερία!»

Κουμέττος Κατσιολούδης
(18/3/2011, Λευκωσία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου