ΚΕΡΥΝΕΙΑ ΜΟΥ, ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ!
Νανουρισμά σου πεθυμώ, μανούλα μου, Κερύνεια
-τα χείλια σου δαφνόκλαδα, τα μάτια φινιστρίνια-
ψηλά, ο Πενταδάκτυλος με κάστρα και ξωκλήσια,
θυμάρια, κυπαρίσσια, πευκόδεντρα, μελίσσια.
Τον Καραβά, τη Λάπηθο, Καντάρα, Μπέλλα-Πάις,
στη μνήμη φέρνεις: Πάναγρα! Καρδιά μου, σπαρταράεις.
Το Βουφαβέντο καρτερεί˙ γυρνά, θωρεί αν πάμε,
μα, δυστυχώς, τη μοίρα μας στα χέρια δεν κρατάμε.
Κερύνεια μου, αγάπη μου˙ Κερύνεια μου, ζωή μου,
μονάχα, στην αγκάλη σου... αχ, είναι η ευχή μου:
"Μονάχα, στην αγκάλη σου, την ύστατη πνοή μου
ν' αφήσω, πριν το σωμά μου αφήσει η ψυχή μου!"
Πώς νοσταλγώ πορτοκαλιές, το φρούριο στο λιμάνι!
Καμπάνα, είθε, ν' ακουστεί η Κύπρος ν' ανασάνει.
Κερύνεια, πόλη όμορφη, απ' όλες πιο ωραία˙
καράβι, Θε μου, ας φανεί με Πράξανδρο, Κηφέα.
Η Ρήγαινα θα γκρεμιστεί από το παραθύρι
κι ο Άγιος Ιλαρίωνας θα στήσει πανηγύρι.
Ο Χάρος με τον Διγενή, στα μαρμαρένι' αλώνια,
ανακωχή θα κάνουνε για πέντε μ' έξι χρόνια.
Ο Κεφαλόβρυσος, ξανά, θα τρέξει σαν ποτάμι,
θα πιω νερό γιομίζοντας, σαν τότες, την παλάμη˙
οι τράτες μεσοπέλαγα λυθρίνια θα ψαρεύουν
κ' οι νιόπαντροι αντικρυστό χορό θα μας χορεύουν.
Στο σπίτι μου, γονατιστός... θ’ ανάψω το καντήλι,
οι γείτονες θα μαζευτούν, οι συγγενείς, οι φίλοι˙
θα μνημονεύσουμε νεκρούς στο χώμα μας προγόνους
τζι’ έναν λιγκρίν θα δώσουμεν: σκυτάλην σ’ απογόνους.
Koυμέττος Κατσιολούδης
(5/4/2012, Λευκωσία)
Νανουρισμά σου πεθυμώ, μανούλα μου, Κερύνεια
-τα χείλια σου δαφνόκλαδα, τα μάτια φινιστρίνια-
ψηλά, ο Πενταδάκτυλος με κάστρα και ξωκλήσια,
θυμάρια, κυπαρίσσια, πευκόδεντρα, μελίσσια.
Τον Καραβά, τη Λάπηθο, Καντάρα, Μπέλλα-Πάις,
στη μνήμη φέρνεις: Πάναγρα! Καρδιά μου, σπαρταράεις.
Το Βουφαβέντο καρτερεί˙ γυρνά, θωρεί αν πάμε,
μα, δυστυχώς, τη μοίρα μας στα χέρια δεν κρατάμε.
Κερύνεια μου, αγάπη μου˙ Κερύνεια μου, ζωή μου,
μονάχα, στην αγκάλη σου... αχ, είναι η ευχή μου:
"Μονάχα, στην αγκάλη σου, την ύστατη πνοή μου
ν' αφήσω, πριν το σωμά μου αφήσει η ψυχή μου!"
Πώς νοσταλγώ πορτοκαλιές, το φρούριο στο λιμάνι!
Καμπάνα, είθε, ν' ακουστεί η Κύπρος ν' ανασάνει.
Κερύνεια, πόλη όμορφη, απ' όλες πιο ωραία˙
καράβι, Θε μου, ας φανεί με Πράξανδρο, Κηφέα.
Η Ρήγαινα θα γκρεμιστεί από το παραθύρι
κι ο Άγιος Ιλαρίωνας θα στήσει πανηγύρι.
Ο Χάρος με τον Διγενή, στα μαρμαρένι' αλώνια,
ανακωχή θα κάνουνε για πέντε μ' έξι χρόνια.
Ο Κεφαλόβρυσος, ξανά, θα τρέξει σαν ποτάμι,
θα πιω νερό γιομίζοντας, σαν τότες, την παλάμη˙
οι τράτες μεσοπέλαγα λυθρίνια θα ψαρεύουν
κ' οι νιόπαντροι αντικρυστό χορό θα μας χορεύουν.
Στο σπίτι μου, γονατιστός... θ’ ανάψω το καντήλι,
οι γείτονες θα μαζευτούν, οι συγγενείς, οι φίλοι˙
θα μνημονεύσουμε νεκρούς στο χώμα μας προγόνους
τζι’ έναν λιγκρίν θα δώσουμεν: σκυτάλην σ’ απογόνους.
Koυμέττος Κατσιολούδης
(5/4/2012, Λευκωσία)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου