Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

ΑΧ, ΜΑΓΚΑ...

Στον Γιώργο Ζαμπέτα

Απ' τις κορφές σου όρμαγες˙ μες στα φτερά σου σπάθες,
σαν αητός αλώνιζες, βρε μάγκα, τους αιθέρες.
Παραγγελιά για πάρτη σου; H λεβεντιά αρμάθες!
Tα πόδια σου/στιλέτα σου χορεύανε για μέρες.

Το καβουράκι ζάβωνες, καπνίζοντας μια τζούρα,
ρεμπέτης στη διασκέδαση με μπέσα μες στο βλέμμα,
μακρύ μουστάκι φρόντιζες, το γύρναγες σαν σβούρα˙
προγόνους κουτσαβάκηδες *, κουβάλαγες στο αίμα.

Αχ, μάγκα... πάει, έκλεισαν ψυχής σου το κουτούκι,
πλημμέλημά σου ήτανε πως θύμιζες Ελλάδα,
σε μια γωνιά ανάπηρος -χωρίς χορδές μπουζούκι-
λαμόγια θα σε ρίξουνε μια νύχτα στον Καιάδα.

Τα σουβλερά παπούτσια σου: με γυρισμένη μύτη,
το παντελόνι ριγωτό, στο χέρι κομπολόι,
μανίκι σου εκρέμμετο -σε είπαν λωποδύτη-
μα τη θωριά σου θαύμασε ουρές γυναικολόι.

Βαρύμαγκας˙ στη μέση σου ετύλιγες ζωνάρι,
* μ' ιδιόρυθμο περπάτημα, κουτσαίνοντας το πόδι.
Ψευτόμαγκες τού σήμερα -για πάρτε το χαμπάρι-
μοιαστοί σ' αυτόν δε γίνεστε˙ σας λείπουν θεμελιώδη.

Κουμέττος Κ.
(18-4-2012, Λευκωσία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου