Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

ΓΙΑΓΙΑ

Τα λόγια σου ανάβλυζαν ζεστούλι κι άγιο χρώμα,
μια φλόγα είχανε ψυχής, φυτά, λουλούδια, χώμα.
Στο πρόσωπό σου άνθιζαν βασιλιτζιάς κλωνάρια,
τα χέρια σου μυρίζανε γλυκάνισο, θυμάρια.

Στα χείλια σου χαμόγελο ζωγράφιζες για μένα,
παράξενη μού φάνταζες με τα μαλλιά λυμένα.
Βάλ' το τσεμπέρι σου, γιαγιά, να γένεις σα σε ξέρω,
εμπιστοσύνη προς εσέ, προς το παρόν την αίρω.

Θυμάμαι, τότε, μια βραδιά, που ήμουνα παιδάκι,
βροντές, απ' έξω... αστραπές κι εμείς μπροστά στο τζάκι.
Καθόμουνα στα πόδια σου -στο βλέφαρο ναζάκι-
με τάιζες στου κουταλιού την κοίλη αυγουλάκι.

Ιλιάδα, μα κι Οδύσσεια,Τα τρία γουρουνάκια,
να κι ο Θησέας, Ιάσoνας, ο λύκος, κατσικάκια!
Όλα, σαν θέατρο σκιών περνούσανε στον τοίχο,
σαν νέκταρ, απ' το στόμα σου, τον έπινα τον ήχο.

Εις μνήμην -δώρον σου- σταυρόν, φοράω στο λαιμό μου
και γράφει "Σε ευχαριστώ... γιαγιά!" στο μέτωπό μου.
Το λάδι στο καντήλι σου κι αν έλειψε προσβλέπω,
να έρχεσαι στα όνειρα... τις νύχτες να σε βλέπω.

Κουμέττος Κ.
(5/8/2011, Λευκωσία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου