Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

ΠΥΡΟΦΑΝΙ

Mε πυροφάνι ψάρευα˙ καμάκι η ματιά μου,
εσύ χταπόδι στη νυχτιά, μες σε ρηχά νερά,
όταν σε βρήκα -κάρφωσα- μαζί με τα φιλιά μου,
τα πόδια σου/πλοκάμια σου μ' αρπάξανε γερά.

Με έσφιξες επάνω σου, σαν μέγγενη μη φύγω,
ωσότου πέσουν τ' ουρανού τ' αστέρια αγκαλιά,
ήταν το "θέλω" σου κοντά -μου είπες: "κράτα λίγο"-
τα δάκτυλά σου, σαν χτενιά, στα λίγα μου μαλλιά.

Κρατήρες μες σε ίριδες: της Αίτνας, δίπλα Θήρας,
τα βλέφαρά σου, γύρω τους, καλντέρας πινελιά,
αντιλαλεί βρυγμού αχός, μ' αφρό λυκίσκου μπύρας,
σεισμός, ωσάν εκρήγνυσαι, τρομάζει την οχιά.

Μελάνι εκσφενδόνιζες, μα ‘γώ μακριά δεν τρέχω,
η φλόγα σου ερωτική -λυχνάρι στη ρωγμή-
σκύβω˙ του Freyd ζωγραφιά, την βλέπω, δεν αντέχω,
σκαντάγιο γίνουμαι στεριάς, η γλώσσα μου αιχμή.

Η Πούλια κατραμόθολο φωτίζει για να ζήσει,
το σώμα της -σαν μας θωρεί- λαλεί: "ζηλοτυπώ",
ένα κορμί πώς καρτερεί, να 'ρθει να της χαρίσει,
μια πρόσκαιρη, υγρή χαρά, σε χρόνο χαλεπό.

Κουμέττος Κ.
(30/5/2010, Λευκωσία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου