Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 14 Μαρτίου 2017

ΧΑΜΑΙΛΕΩΝ

Σεργιάνι βγήκες στα λαμπρά σοκάκια τής «εικόνας»,
Σειρήνες σαν σε κάλεσαν ενέδωσες με χάρη˙ 
αγνόησες της ύβρεως το Άγιο το δοξάρι,
που μελωδίες υμνωδεί, που τρέμει κι ο κυκλώνας.

Αλισβερίσι άρχισες, στο σάλιο σου σερνόσουν,
το χρώμα σου το άλλαζες, σε είπαν χαμαιλέων˙
γι’ αλλού μικρός ξεκίνησες, αλλού σε βλέπω, πλέον.
Κατάληξη χειρότερη, δε θα την φανταζόσουν!

Ορφάνεψε το ήθος σου, η μάνα σου σε κλαίει,
προτίμησες το πρόσκαιρο, το κούφιο, συλημένο˙
παιχνίδι σου -που διάλεξες- στημένο και δοσμένο.
Ταυτότητα που φύλαγες; Στο λέω: «παραπαίει!»

Τιμή σου; Την ξεπούλησες για έναν κόκκο δόξας,
θεώρησες πως «δίκαιο» αυτό για σένα είναι,
αν το αντέχεις -χαίρεται- για πάντα ’κείθε μείνε,
υπόδουλος αιώνια μιας θεαθήναι λόξας.

Μα σαν κοιμάσαι τις νυχτιές μια Τύψη θα σε φτύνει,
για όλα σου τα σφάλματα υπόλογός της θα ’σαι
και μες στης πλάνης τις ειρκτές ισόβια θα πλανάσαι˙
πά’ η ψυχή σου χάθηκε μες στου «εγώ» τη δίνη.

Koυμέττος Κ.
(5/5/2011, Λευκωσία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου