Θυμάμαι, τότες, στο χωριό...
βασιλικό κι ασβέστη,
τις γειτονιές με γιασεμιά,
κισσούς και μπουκαμβίλιες,
π' ανθίζαν -κάθε άνοιξη-
με το "Χριστός Ανέστη!"...
στων παιδικών μου των ματιών...
τις φωτισμένες γρίλιες.
Θυμάμαι τις γιαγιάδες μας...
να λένε ιστορίες,
στ' Αυγούστου μες στα θαλασσιά,
ευήλια μεσημέρια,
τον χρόνο βλέπαν να περνά
μες σε γιορτές κι αργίες
και σταύρωναν μες στην ποδιά,
τα ροζιασμένα χέρια.
Θυμάμαι τα φθινόπωρα,
που έπεφταν τα φύλλα
κι ευώδιαζε απ' τη βροχή
το χώμα στα παρτέρια.
Στους φούρνους ψήναμε ψωμιά
με των σχοινιών τα ξύλα
και στήναμε στον έρωτα...
αδιάκοπα, καρτέρια.
Θυμάμαι κρύο, παγωνιά...
χειμώνες, άσπρα χιόνια•
μες στις καρδιές ανάβαμε
της προσφοράς τα τζάκια,
για να 'χουν, όλοι, ζεστασιά,
ειρήνη και ομόνοια,
για να 'χουν, όλα, τα παιδιά...
ολόγελα μουτράκια.
Κουμέττος Κατσιολούδης
(2/11/23 - 06:29, λευκωσία)
(Οι στίχοι είναι διασφαλισμένοι ως προς τα πνευματικά τους δικαιώματα στην MCPS-PRS Alliance)